"Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ"

Βιβλίο

Αρχείο

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Ευτύχης Μπιτσάκης: «Γονίδια του Μέλλοντος», εκδ. Προσκήνιο, 2001

            Ο Ευτύχης Μπιτσάκης, δάσκαλος και κομμουνιστής, αδάμαστος μαχητής στο Πανεπιστήμιο και στην ταξική πάλη, διδάσκει στους αναγνώστες του την διαλεκτική σχέση της Φιλοσοφίας με την Πολιτική.

«Η Πολιτική θέτει προβλήματα στη Φιλοσοφία και δρα ως καταλύτης στην ανάπτυξης της φιλοσοφικής σκέψης. Η πολιτική λειτουργία της φιλοσοφίας συνίσταται στην ανίχνευση των δυνατοτήτων του παρόντος για τη θεμελίωση μιας επαναστατικής πολιτικής» (σ. 142). Σε μια εποχή που όλοι προσπαθούν να απαξιώσουν την Πολιτική, αναγάγοντας σ’ αυτήν την ευτέλεια των αστών πολιτικών, ο Ευτύχης Μπιτσάκης αναδεικνύει την τεράστια σημασία της, μέσα από την καταγραφή, με εξαιρετικά γλαφυρό τρόπο, και την ανάλυση των πιο σημαντικών ιστορικών γεγονότων που σημάδεψαν το τέλος του 20ου αιώνα. Προσεγγίζοντας διαλεκτικά τις πιο κρίσιμες ιστορικές καμπές, από την κατάρρευση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» μέχρι τον πόλεμο του Κόλπου, το νατοϊκό βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας και τις άλλες μορφές σύγχρονης βαρβαρότητας του καπιταλισμού, κάνει ξεκάθαρη την διάκριση ανάμεσα στην επαναστατική πολιτική, που εμπνέεται από το όραμα της κοινωνικής Επανάστασης και την αστική πολιτική που αποβλέπει στην συντήρηση, με περισσότερο ή λιγότερο βάρβαρο τρόπο, του status quo της κρίσης και της παρακμής. Γι’ αυτό και δεν μασά τα λόγια του όταν αναφέρεται στο επαναστατικό υποκείμενο της ιστορικής αλλαγής, τον πρωτοποριακό ρόλο της εργατικής τάξης, ως φορέα της επαναστατικής ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.

            Στην εποχή μας, που το ανερχόμενο σε όλες τις χώρες κίνημα κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης ενταφιάζει πανηγυρικά κάθε ιδεολόγημα περί «τέλους της Ιστορίας», η προοπτική του σοσιαλισμού επανακατακτά την επικαιρότητα της. Και το ερώτημα που εύλογα τίθεται διαπερνά το βιβλίο απ’ την αρχή μέχρι το τέλος: είναι συμβατή η ανθρώπινη φύση με το σοσιαλισμό;

            Αναλύοντας πολύ εμπεριστατωμένα την έννοια της «ανθρώπινης φύσης» ο Ε. Μπιτσάκης αναλύει τη διαλεκτική της δυνατότητας και της πραγματικότητας. Ενάντια σε κάθε τύπου βιολογικό αναγωγισμό ορίζει τον άνθρωπο ως βιολογικό και κοινωνικό ον. «Αν ορίσουμε την «ψυχή» ως το σύνολο των εσωτερικευμένων σχέσεων του ανθρώπου με τον κόσμο, συνειδητού και ασυνείδητου, καθώς και των ενυπαρχουσών δυνατοτήτων, τότε προφανώς η «ψυχή» προϋποθέτει το βιολογικό υπόστρωμα καθώς και το σύνολο της κοινωνικής πρακτικής στη δεδομένη ιστορική στιγμή. Ανθρωπογένεση, ψυχογένεση, νοογένεση, προϋποθέτουν στη φύση, τη βιολογική υπόσταση και το σύνολο των δραστηριοτήτων του ατόμου στα πλαίσια της ομάδας» (σ. 107).

            Ο άνθρωπος γεννιέται ως κοινωνικό ον και διαμορφώνεται ως προσωπικότητα σε συνάρτηση με τους υλικούς όρους της ζωής του και τις κοινωνικές σχέσεις που οικοδομεί στη βάση της δραστηριότητάς του. «Το άτομο είναι φορέας και πηγή σχέσεων. Η φύση του αντιστοιχεί στο σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων χωρίς να ταυτίζεται μ’ αυτές» (σ.110). Στην ιστορική του εξέλιξη ακόμα και τα βιολογικά χαρακτηριστικά του τροποποιήθηκαν (σ. 110).

            Στη μελέτη του ανθρώπινου ψυχισμού και της νόησης ο Ε. Μπιτσάκης υποστηρίζει σταθερά και με θέρμη τις θέσεις της γενετικής ψυχολογίας, μέσα από τους πιο σημαντικούς της εκπροσώπους, Βιγκότσκι, Λεόντιεφ, Λούρια, Βαλλόν και άλλους. Το φαινόμενο της ανάπτυξης της ανθρώπινης συνείδησης εξετάζεται στο βιβλίο από τη σκοπιά της Διαλεκτικής, της Επιστήμης δηλαδή των αντιφάσεων στην Κοινωνία και τη Φύση, σε σύγκρουση με κάθε μορφή αναγωγισμού.

            Ο ανθρώπινος εγκέφαλος παίζει το ρόλο του διαμεσολαβητή στον ανοιχτό διάλογο του ανθρώπου, ως κοινωνικού όντος, με τη Φύση. Όπως επιβεβαιώνεται από τα τελευταία πορίσματα των νευροεπιστημών ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ο καταπληκτικότερος μηχανισμός αυτοοργάνωσης, που υπάρχει στον κόσμο. Διαθέτει τεράστια πολυπλοκότητα, δομή μοναδική για τον καθένα και βρίσκεται σε διαρκή αλλαγή, καθώς αλληλεπιδρά με το επίσης μεταβαλλόμενο περιβάλλον στο οποίο ζει. Ο νους του ανθρώπου (mind ) ανάγεται σ’ ένα σύνολο ικανοτήτων, που η άσκησή τους συνεπάγεται τη λειτουργία της συνείδησης, δηλαδή τις σκέψεις, τις εμπειρίες, τα αισθήματα, τις ψυχικές καταστάσεις του ανθρώπου. Η συνείδηση ορίζεται από τους νευροεπιστήμονες ως διαδικασία μέσα απ’ την οποία εξασφαλίζεται η υποκειμενική αντίληψη της πληροφορίας, η αντίληψη του νου για τον εαυτό του και ο εσωτερικός, ψυχικός κόσμος. Μέσα απ’ τη λειτουργία της συνείδησης, τη συναισθηματική και λογική επεξεργασία των βιωμάτων και των ποιοτήτων που αντιλαμβανόμαστε, ο κόσμος γύρω μας – και μέσα μας – αποκτά νόημα, ένα νόημα που κανένας ηλεκτρονικός υπολογιστής, όσο τέλειος κι αν είναι, δεν μπορεί να προσδώσει. Οι θέσεις του Ε. Μπιτσάκη ενάντια στο δυϊσμό σώματος – ψυχής βρίσκονται στο πνεύμα των τελευταίων ανακαλύψεων των νευροεπιστημών, αποφεύγοντας όμως το μεθοδολογικό τους σφάλμα που ανάγεται στην προσέγγιση του ατόμου αποσπασμένου από τη σχέση κοινωνικής αλληλεπίδρασης στην οποία βρίσκεται από τη στιγμή που έρχεται στον κόσμο.

            Οι σκέψεις και τα συναισθήματα αποτελούν μέρη ενός και μόνου, ενιαίου όλου, της ανθρώπινης συνείδησης, ως ανώτερης μορφής αντανάκλασης της υλικής πραγματικότητας. Η θεωρία της συνείδησης, λέει ο Βιγκότσκι, δεν είναι η θεωρία της ψυχής αλλά η θεωρία της ιστορικής και πολιτιστικής εξέλιξης, γιατί αυτή είναι η μόνη φυσική εξέλιξη της συνείδησης, αφού η κουλτούρα και η κοινωνική εμπειρία δημιουργούν το φυσικό περιβάλλον της συνείδησης. Η συνείδηση «παράγεται» από την κοινωνία. Ο άνθρωπος όμως δεν καθορίζεται μόνο απ’ τις κοινωνικές δομές αλλά και τις δημιουργεί, λέει ο Ε. Μπιτσάκης, ως σταθερή ψυχοσωματική ενότητα (σ. 105). Μέσα από την εργασία του, με τη βοήθεια των εργαλείων, της τεχνικής και της τεχνολογίας, ο άνθρωπος μεταμορφώνει όχι μόνο την εξωτερική, φυσική πραγματικότητα αλλά και τη δική του οργανική φύση, δημιουργώντας όλο και πιο πολύπλοκες ανάγκες, ειδικά ανθρώπινες, που πηγάζουν απ’ τον οργανισμό του ανθρώπινου γένους, την ολότητα των κοινωνικών σχέσεων που αναπτύσσονται στη βάση της ολότητας της ανθρώπινης δραστηριότητας.

            Ο άνθρωπος, κατά τον μεγάλο μαρξιστή φιλόσοφο Ιλιένκωφ, έμαθε να χρησιμοποιεί το εγκέφαλό του και να σκέφτεται στο μέτρο που έμαθε να τροποποιεί δραστήρια και να μετασχηματίζει τον εαυτό του και τον κόσμο γύρω του, στο μέτρο που οικοδόμησε το αντικειμενικό σώμα του πολιτισμού, το ανόργανο σώμα του.

            Αυτό το ανόργανο σώμα είναι η Φύση, που σήμερα όσο ποτέ άλλοτε ο άνθρωπος τη λεηλατεί και την καταστρέφει, (σ. 94) και η κουλτούρα, ο πολιτισμός του. Ο Ε. Μπιτσάκης πολύ εύστοχα παραθέτει την υπέροχη φράση του Κ. Μαρξ «ο άνθρωπος γίνεται ζώο μολυσμένο από τη δηλητηριασμένη ανάσα του πολιτισμού» (σ. 116). Μέσα στους συγκεκριμένους κάθε φορά ιστορικούς όρους διαμορφώνεται η ανθρώπινη προσωπικότητα. «Οι περιπέτειες της Ιστορίας είναι και περιπέτειες της ανθρώπινης προσωπικότητας» (σ. 113).

            Η πραγματική βάση της ανθρώπινης προσωπικότητας, λοιπόν, δεν βρίσκεται στο γενετικό υλικό αλλά στον πλούτο των κοινωνικών δεσμών της. Αυτόν τον πλούτο πρέπει να αξιοποιήσει για ν’ αναδείξει τις κλίσεις και τις προδιαθέσεις τους, για να θέσει και να πραγματώσει στόχους, με το βέλος του χρόνου πάντα στραμμένο προς το μέλλον.

            Έτσι, λοιπόν, ο Μπιτσάκης αφαιρεί κάθε μυστικιστικό περικάλυμμα αποκαλύπτοντας το αληθινό περιεχόμενο, κοινωνικό και ιστορικό, της έννοιας «ανθρώπινη φύση». Θα μπορούσαμε να πούμε, μαζί με τον Bertell Ollman , ότι η ανθρώπινη φύση είναι αυτή που τον χαρακτηρίζει ως είδος (species ), οι ποιότητες που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο και τον κάνουν να ξεχωρίζει απ’ όλα τα άλλα όντα και που συνίσταται, όπως λέει ο Μαρξ στην αυτοσυνείδηση, στην ικανότητα να θέτει και να κατακτά στόχους καθώς και στην ικανότητα να αναπτύσσει δραστηριότητες μαζί με τους άλλους, στη βάση της κοινωνικής του οργάνωσης.

            Σε τελευταία ανάλυση η φύση του ανθρώπου ανάγεται στην ουσία του, το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων. «Aλλά όπως και η ανθρώπινη φύση έτσι και η ουσία δεν υπάρχει στο μη κοινωνικό, στο απομονωμένο άτομο, σε κάποιον "Ροβινσώνα" της φιλοσοφικής αφαίρεσης. Ταυτόχρονα δεν υπάρχει έξω από τα άτομα ως μεταφυσική, υποστασιοποιημένη οντότητα (π.χ. Ψυχή). Υπάρχει και χαρακτηρίζει τα υπαρκτά, συγκεκριμένα άτομα, ενώ ταυτόχρονα προσδιορίζεται από ένα σύνολο κοινωνικών σχέσεων» (σ. 113).

            Το κοινωνικό αντανακλάται στο ατομικό μέσα από πολλαπλές διαμεσοποιήσεις. «Η ανθρώπινη φύση, ιστορικά διαμορφωμένη, αποκαλύπτει και πραγματώνει τις δυνατότητες της μέσα σε συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες» (σ. 108). Όμως «οι ιδιότητες που θα εκδηλωθούν θα καθορισθούν από τις ενυπάρχουσες δυνατότητες και τις συνθήκες» (109).

            Η απάντηση λοιπόν στο αρχικό ερώτημα, αν η ανθρώπινη φύση είναι συμβατή με το σοσιαλισμό, αναβλύζει με φυσικό τρόπο από τις σελίδες του βιβλίου. Όχι μόνο είναι συμβατή αλλά είναι και δυνατή. «Ο σοσιαλισμός αποτελεί αναγκαίο όρο για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και δυνατότητα γραμμένη στα γονίδια του καπιταλισμού» (σ. 189). Η πραγμάτωση αυτής της δυνατότητας είναι συνάρτηση των ιστορικών εξελίξεων, που σήμερα ευνοούν ρήξεις και ανατροπές, λέει ο Ε. Μπιτσάκης, συλλαμβάνοντας με το ευαίσθητο ταξικά αυτί του «την υπόκωφη βοή των επερχόμενων σεισμών» (σ.51).

            Κεντρική θέση στο βιβλίο κατέχει η έννοια της αποξένωσης, της αλλοτρίωσης. «Ο Μαρξ θεωρεί βασικούς παράγοντες της αποξένωσης το τρίπτυχο: ατομική ιδιοκτησία, καταμερισμό της εργασίας, εμπόρευμα – χρήμα» (σ. 169).

            Μέσα σ’ αυτούς τους όρους η ανάπτυξη της καπιταλιστικής παραγωγής γίνεται το μαρτυρολόγιο του παραγωγού, το μέσον για την εξαθλίωση του εργάτη. «Ο άνθρωπος αποξενωμένος απ’ την ουσίας του γίνεται άγριο ζώο» (σ.116).

            Ο Μπιτσάκης αναφέρεται στη θεωρία της αλλοτρίωσης του Μαρξ, όπως αναπτύχθηκε στα «Χειρόγραφα του 1844» και στη θεωρία του φετιχισμού του εμπορεύματος, ως συνέχεια της, όπως αναπτύχθηκε στο «Κεφάλαιο» και στα Grundrisse . Απορρίπτοντας τις θεωρίες του Αλτουσέρ και των οπαδών του περί «πρώιμου» και «όψιμου» Μαρξ δέχεται ότι η θεωρία του φετιχισμού αποτελεί τη βάση της μαρξιστικής θεωρίας.

            Με διδακτικό τρόπο στο βιβλίο επεξηγεί αναλυτικά τις έννοιες αποξένωση και αλλοτρίωση. «Η κατηγορία της αποξένωσης θα μπορούσε να αντιστοιχεί στην αποξένωση του παραγωγού από τα μέσα παραγωγής και από το προϊόν της εργασίας του, στην αποξένωση μεταξύ των ανθρώπων, συνέπεια της καταστροφής των προσωπικών και των κοινωνικών σχέσεων στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, στην αποξένωση από τον πολιτισμό και την επιστήμη και τέλος στην αποκοπή του ανθρώπου από το φυσικό περιβάλλον με όσα αυτό συνεπάγεται για τη βιολογική, την ψυχική και την πνευματική του κατάσταση. Η αλλοτρίωση τότε θ’ αντιστοιχούσε στο γεγονός ότι ο άνθρωπος γίνεται αλλότριος, ξένος με τον ίδιο τον εαυτό του, ότι ακυρώνονται οι θετικές του δυνατότητες, ενώ στοιχεία πολιτισμικά και ηθικά, κατακτημένα μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι ατροφούν ή και εκμηδενίζονται. Συνολικά, με την υποβάθμιση και την απώλεια της ιστορικά κατακτημένης ουσίας του» (σ. 175).

            Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια επιχειρείται η ανατομία του αλλοτριωτικού χαρακτήρα της σύγχρονης κοινωνίας και ερμηνεύεται η κρίση της πολιτικής και των θεσμών. «Το ποδόσφαιρο, η τηλεόραση, η καταφυγή στον κόσμο της φαντασίας, ο μυστικισμός, οι αιρέσεις, τα ναρκωτικά είναι οι πικροί καρποί ενός πολιτισμού ο οποίος καταστρέφει ό,τι θετικό δημιούργησε ο ανθρώπινος μόχθος και η ανθρώπινη ευαισθησία. Ο άνθρωπος στην εποχή του βιομηχανικού πολιτισμού γίνεται όλο και περισσότερο ξένος με τον κόσμο τον οποίο ο ίδιος δημιουργεί αλλά τον οποίο αδυνατεί να ελέγξει» (σ.176).

            Ο συγγραφέας προσεγγίζει επίσης τα αλλοτριωτικά φαινόμενα στο σοσιαλισμό, στην ΕΣΣΔ και στα άλλα εργατικά κράτη, εντοπίζοντας τη ρίζα τους στο μεταβατικά χαρακτήρα και τους περιορισμούς της κοινωνίας που οικοδομείται μετά την ανατροπή των καπιταλιστικών σχέσεων μέσα σ’ ένα περιβάλλον που παραμένει ιμπεριαλιστικό και έτσι εχθρικό. Είναι φανερή η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σ’ αυτή τη μεθοδολογική προσέγγιση και τη σταλινική θεωρία του «σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα», χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ταυτίζεται με την τροτσκιστική ανάλυση του φαινομένου του σταλινισμού.

            Η υπέρβαση της αλλοτρίωσης και η επανιδιοποίηση του κοινωνικού είναι του ανθρώπου έχει σαν προϋπόθεση την ανατροπή των υλικών όρων που τη γεννούν. Η χειραφέτηση των εργατών μέσα από τη σοσιαλιστική επανάσταση θ’ ανοίξει το δρόμο για την καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση.

            Ο Μαρξ αναγνώρισε στην εργατική τάξη τον πόλο της επαναστατικής ενέργειας που απαιτείται για την μεταμόρφωση του κόσμου, το «γίγνεσθαι κόσμος της φιλοσοφίας». Μόνο μέσα από την κριτική – επαναστατική πράξη του προλεταριάτου μέσα σε μια διαδικασία μετάβασής του από αντικείμενο σε υποκείμενο της Ιστορίας μπορεί να καταργηθεί η ατομική ιδιοκτησία και η αλλοτριωμένη συνείδηση και ύπαρξη και να εγκαθιδρυθεί η κομμουνιστική, η αταξική κοινωνία. Όμως «για τη σοσιαλιστική επανάσταση δεν αρκεί η ωρίμανση των αντικειμενικών συνθηκών, χρειάζεται και η ωρίμανση της ταξικής συνείδησης και η επαναστατική οργάνωση του προλεταριάτου» (σ.190).

            Η εγκαθίδρυση του σοσιαλισμού ως αναγκαιότητα και δυνατότητα σηματοδοτεί τα πέρασμα από το βασίλειο της αναγκαιότητας στο βασίλειο της ελευθερίας. Το κεφάλαιο «ελευθερία ως αίτημα και ως δυνατότητα» είναι από τα καλύτερα του βιβλίου. Λέει χαρακτηριστικά ο Μπιτσάκης: «Η ελευθερία δεν ορίζεται μόνο αρνητικά: ως έλλειψη καταναγκασμού. Ταυτόχρονα ορίζεται θετικά, ως όρος για την πραγμάτωση των δημιουργικών δυνατοτήτων του ατόμου. Και οι όροι αυτοί δεν υπάρχουν στις κεφαλαιοκρατικές κοινωνίες» (σ.183).

            Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δεν μπορούμε να μιλάμε για την ελευθερία αλλά για την απώλεια της σε όλα τα επίπεδα, σε μια πορεία αυτοκαταστροφής του ανθρώπινου είδους. «Ο Σπινόζα, ο Χέγκελ, ο Μαρξ συνέλαβαν ο καθένας με τον τρόπο του τη διαλεκτική αναγκαιότητας και ελευθερίας. Η ελευθερία δεν μπορεί να κατακτηθεί, κατά τον Μαρξ, παρά μόνο στη βάση των νόμων της φύσης και της κοινωνίας. Έτσι οι επιστήμες, πηγή τόσων υποβαθμίσεων και υποδουλώσεων στον καπιταλισμό μπορούν να γίνουν απελευθερωτικές δυνάμεις στο εσωτερικό της σοσιαλιστικής κοινωνίας» (σ.187).

            Η εποχή μας μοιάζει να είναι η πιο αντιφατική της ανθρώπινης Ιστορίας, μια θυελλώδης εποχή.

            Όμως μέσα σ’ αυτή τη θύελλα αναπτύσσονται όλοι οι όροι για την υπέρβαση του μίζερου παρόντος και ανοίγει ο δρόμος προς το κομμουνιστικό μέλλον ολόκληρης της ανθρωπότητας. Συμβολή σ’ αυτή την πορεία αποτελεί και το βιβλίο του Μπιτσάκη, καταγγελία της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και συνάμα επιτακτικό απελευθερωτικό αίτημα.

                                                                                    Κατερίνα Μάτσα

Τελευταία ενημέρωση

29 Αυγούστου, 2002


Ποιος είναι ο Παναγιώτης Βήχος;


Υπογράψτε ή δείτε το βιβλίο

 επισκεπτών μου


Contact Us
Επικοινωνία


Πρότεινε αυτήν την σελίδα 

σ' έναν φίλο


Γραφτείτε στην Mailing List 

για να ενημερώνεστε σε κάθε νέα ανανέωση


Στείλε άρθρο


FORUM

Ελάτε να τα πούμε


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δωρεάν ανταποδοτική διαφήμιση (επικοινωνήστε με τον webmaster)