Η διαφήμιση από πάνω εμφανίζεται επειδή αυτή η σελίδα φιλοξενείται δωρεάν 

"Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ"

Ανδρέας Εμπειρίκος (1901-1975)

Τελευταία ενημέρωση

24 Ιουνίου, 2002


* Βιογραφικά  

    στοιχεία 1o 

* Βιογραφικά  

    στοιχεία 2o 

* Από τον θάνατο 

    έως σήμερα

* Ποιήματα του

   Εμπειρίκου

* Ο Μπρετόν για

   τον

   Υπερρεαλισμό

* Εισαγωγικά για

   τον

   Υπερρεαλισμό

* Ο Εμπειρίκος για

   τον

   Υπερρεαλισμό

* Ο ψυχαναλυτής

   Εμπειρίκος

* Ο φωτογράφος

   Ανδρέας

   Εμπειρίκος

* Η αυγή μέσα στο

   ζόφο

* Η αιώρηση ενός 

   οράματος

* "Παίδες εν τη 

   καμίνω..." (1)

* Κανείς δεν

   κατατρύχεται αν

   δεν κρατά στην

   τσέπη του μια 

   πέτρα.

* Ο πρώτος 

   Έλληνας 

   ψυχαναλυτής

* Ο διάφανος 

   κύβος της

   "Ενδοχώρας"

* Το λεξικό του

   προσωπικού του

   Σύμπαντος

* Το Ασυνείδητο

   σαν

   Ταξίδι

*  Της μη

    συμμορφώσεως

    ο άγιος  

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Της μη συμμορφώσεως ο άγιος  

  ΜΙΚΕΛΑ ΧΑΡΤΟΥΛΑΡΗ

Ω υπερωκεάνειον τραγουδάς και πλέχεις Χαίρε που αφέθηκες να γοητευθείς απ΄ τις σειρήνες Χαίρε που δεν φοβήθηκες ποτέ τις συμπληγάδες

Στροφές Στροφάλων

Λυσίκομοι και καλλίμαστοι νεάνιδες, παραδείσιες θυγατέρες, απαλές ως μαγνόλιες, μουνίτσες, μουμούνες, ψωλέττες, άνδρες καυλοπυρέσσοντες, ασπαίροντα σώματα, κραυγές γλυκασμού συνουσιαζομένων, επιφωνήματα λαγνείας, ίμερος, αγαλλίασις, άνωσις, ευφορία, έκστασις, στρόβιλος της ζωής, σπέρμα ορμητικόν εν ευφροσύνη αναβλύζον, παφλασμός κυμάτων, κλαγγή επουρανίων όπλων, αίγαγροι, φάλαινες, κένταυροι, σμήνη κορυδαλλών, μυσταγωγία, οίστρος, πυρ - κίνησις - ενέργεια, έρως ελεύθερος με όλας τας ηδονάς του και ποίησις σπερματική ως λειτουργία του πνεύματος διηνεκής. Αλντεμπαράν! Αλληλούια!

Είναι ο κόσμος του Ανδρέα Εμπειρίκου, του ποιητή, ψυχαναλυτή και οραματιστή, εισηγητή του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα, που, παρότι μείζων, δεν έγινε ποτέ κατεστημένος. Ούτε μετά τον θάνατο του το 1975, παρά τα συμπόσια και τα αφιερώματα που έγιναν στη μνήμη του. Ούτε και αφού πέρασε στον κύκλο των μπεστ σέλερ, όταν τον Δεκέμβριο του 1990 οι δύο πρώτοι τόμοι του ερωτικού μυθιστορήματός του «Ο Μέγας Ανατολικός» πούλησαν 11.000 αντίτυπα σε 10 ημέρες!

Ο Εμπειρίκος άφησε πίσω του ένα έργο που από το 1935 αποτέλεσε και συνεχίζει ακόμα να αποτελεί σκάνδαλο, ενώ ταυτόχρονα λειτουργούσε και λειτουργεί γονιμοποιητικά στους χώρους όχι μόνο της λογοτεχνίας αλλά και των τεχνών και των επιστημών και της φιλοσοφίας.

Στα 34 του, όταν πρώτος παρουσίασε υπερρεαλιστικά ποιήματα με τη συλλογή του «Υψικάμινος», τον φώναζαν κοροϊδευτικά, αυτόν, τον γιο του μεγαλύτερου Έλληνα εφοπλιστή και κάποτε υπουργού του Βενιζέλου, «ο υψικάμινος». Και πρόπερσι, στο πλαίσιο μιας ιδεολογικής αμφισβήτησης του ελληνικού υπερρεαλισμού, τον εξομοίωσαν με τους αντιδραστικούς μοντερνιστές. Ωστόσο αυτός, «της μη συμμορφώσεως ο άγιος» (δικός του ορισμός για τους αγαπημένους του συγγραφείς) εξακολουθεί να «πλέει δίχως τύψεις» και να ψάλλει με την ιδιότυπη καθαρεύουσά του «τον ερχομό και την ανάγκη νέων Παραδείσων», σε ένα κοινό ευρύτατο που παρακολουθεί, συντηρεί και αναπτύσσει τα πρωτοποριακά έργα.

Γνήσιος «παις εν τη καμίνω», «άκαυτος και άφθαρτος», «ακραιφνής και άχραντος», όπως οι «μπεάτοι» που ύμνησε (Τολστόι, Φρόυντ, Μπρετόν, αλλά και Μπλέικ, Πόε, Μελβίλ, Ουίτμαν, Μαρξ, Λένιν, Κροπότκιν, Μπακούνιν, Μωάμεθ ή Ιησούς, Ρεμπώ, Μαγιακόφσκι, Κερουάκ, Σικελιανός, Αρίσταρχος, Καβάφης κ.ά.) είναι επίκαιρος. Διότι το γράψιμό του εκφράζει ­ όπως έχει επισημανθεί ­ τον μηχανισμό φυγής προς τα μπρος. Διότι μέσα από κάθε ποιητική, πεζογραφική, κριτική ή στοχαστική σελίδα του φωνάζει «ανοίξτε τα παράθυρα, ανοίξτε τις ψυχές». Διότι κηρύττει την «συνοχή των αλληλουχιών, των πράξεων, των λόγων, των γραπτών και των ονείρων» «εν όψει όλων των καιρών, εν όψει όλων των εκτάσεων». Διότι έκαμε «οίστρο της ζωής τον φόβο του θανάτου». Και διότι οραματίζεται την Οκτάνα, «πρωτεύουσα της ηνωμένης, της αρραγούς και αδιαιρέτου οικουμένης», μια Παγκόσμια Πολιτεία δηλαδή «όχι πολιτικής μα ψυχικής ενότητος με ανέπαφες τις πνευματικές και εθνικές ιδιομορφίες εκάστης εθνικής ολότητος», η οποία θα κτισθεί «μετά χρόνια πολλά, οδυνηρά, βλακώδη και ανιαρά υπό το φως της άνευ δογμάτων, άνευ ενδυμάτων Αληθείας, με οίστρον καταφάσεως».

Με βάση για πρώτη φορά όλο το μέχρι σήμερα γνωστό έργο του, ποιητικό, πεζό, ψυχαναλυτικό (μέχρι και τις πλέον πρόσφατες μεταθανάτιες εκδόσεις του) τα «ΠΡΟΣΩΠΑ 21ος ΑΙΩΝΑΣ» δίνουν σήμερα μια ολοκληρωμένη εικόνα της προσφοράς του στην ελληνική πνευματική ζωή μέσα από άρθρα κορυφαίων μελετητών του. Και χάρη στη συνεργασία της γυναίκας του Βιβίκας και του γιου του Λεωνίδα, φέρνουν στη δημοσιότητα τα τελευταία του γραπτά με τα χαρακτηριστικότερα λήμματα από το ανολοκλήρωτο προσωπικό, πνευματικο-βιογραφικό λεξικό που συγκροτούσε σαν οδηγό της γραφής του κι ακόμα δύο σημαντικά στοχαστικά κείμενα γραμμένα το 1940 και το ένα ξανακοιταγμένο το 1960 και ανέκδοτα ποιήματά του που όλα μαζί ρίχνουν ένα νέο και καίριο φως τόσο στην προσωπικότητά του όσο και στις επιλογές του.

Ταύρος εν υαλοπωλείω

Γεννημένος το 1901 στη Βραΐλα της Βλαχίας (Ρουμανία), με ρίζες στην Άνδρο από την πλευρά του πατέρα του και στη Ρωσία από την πλευρά της μάνας του, Στεφανίας Κυδωνιέως (μιλούσε ρωσικά μαζί της μέχρι τον θάνατό της το 1973), ο Ανδρέας Εμπειρίκος ήταν ο πρωτότοκος από τους τέσσερις γιους του εφοπλιστή Λεωνίδα Εμπειρίκου. Αυτό δεν τον εμπόδισε, όμως, να γοητευθεί από τις επαναστάσεις της εποχής του τόσο στην τέχνη όσο και στην πολιτική, να γράψει το 1933 το «Κόκκινο τραγούδι» για τη σφαγή των ινδαλμάτων και τη δόξα της ρωσικής επαναστάσεως και να παραιτηθεί το 1934 από τη θέση του διευθυντή ενός οικογενειακού ναυπηγείου, προκειμένου «να μην φανώ ασυνεπής στις ιδέες μου αλλά και να μην δυσαρεστήσω τον πατέρα μου προς τον οποίον έτρεφα μεγάλην ευγνωμοσύνην».

Η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στη Σύρο το 1902 και μετακόμισε στην Αθήνα το 1908, οι γονείς του χώρισαν κι εκείνος γράφτηκε το 1918 στη Φιλοσοφική Αθηνών, αλλά διέκοψε τις σπουδές του, για να παρακολουθήσει οικονομικά μαθήματα στη Λωζάννη, όπου είχε εγκατασταθεί η μητέρα του. Επέστρεψε ωστόσο στη φιλολογία, στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου αυτήν τη φορά, όπου έμεινε μέχρι το 1926 δουλεύοντας στην εφοπλιστική εταιρεία των Εμπειρίκων.

Είχε ήδη αρχίσει να γράφει ποιήματα, Παλαμικού όμως ύφους, και αναζητούσε το μέσον για να γράφει «ποιήματα-γεγονότα», όταν έφθασε στο Παρίσι το 1927. Εκεί πληροφορείται για την ψυχανάλυση που τον συναρπάζει και αρχίζει να κάνει θεραπευτική και στη συνέχεια διδακτική ψυχανάλυση δίπλα στον Ρενέ Λαφόργκ, (μαθητή του Φρόυντ). Με τη μεσολάβηση, άλλωστε, του ψυχαναλυτή Φρουά Ουιτμάν γνωρίζεται με τον πάπα του υπερρεαλισμού Αντρέ Μπρετόν, που του ανοίγει έναν νέο κόσμο «σαν ξαφνικό λουλούδιασμα θαυμάτων ανεξαντλήτων». Στο εξής, ο υπερρεαλισμός και η ψυχανάλυση θα γίνουν οι μόνιμες αναφορές του έργου του.

Το 1931 επιστρέφει στην Αθήνα ως «κυνηγητής της γοητείας των ονείρων» και εισβάλλει στην ελληνική πνευματική ζωή «ως ταύρος εν υαλοπωλείω», όπως θα πει ο Νάνος Βαλαωρίτης. Το 1935 δίνει την περίφημη διάλεξη μύησης του αθηναϊκού κοινού στον «συρρεαλισμόν» (χειρονομία επαναστατικής τάξεως, την ονομάζει ο Α. Αργυρίου) που παρακολουθούν 150-200 άτομα «αλλά λίγοι καταλαβαίνουν». Την ίδια χρονιά ξεκινά η φιλία του με τον Οδυσσέα Ελύτη, εκδίδει σε 250 αντίτυπα την πρώτη υπερρεαλιστική συλλογή του, «Υψικάμινος», που, όπως έλεγε «εξαντλήθηκε διότι εθεωρήθη βιβλίον σκανδαλώδες γραμμένο από έναν παράφρονα» και αρχίζει να εξασκεί επαγγελματικά (ώς το 1951) την ψυχανάλυση, ενώ ταξιδεύει στην Κωνσταντινούπολη με τη Γαλλίδα, κατοπινή ακαδημαϊκό, Μαργκερίτ Γιουρσενάρ.

Λίγο αργότερα (1936-1937) γράφει το περίφημο πια «Η ποίησις είναι ανάπτυξι στίλβοντος ποδηλάτου. Μέσα της όλοι μεγαλώνουμε. Οι δρόμοι είναι λευκοί. Τ' άνθη μιλούν. Από τα πέταλά τους αναδύονται συχνά μικρούτσικες παιδίσκες. Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος». Ένα πεζό ποίημα, απόσπασμα του «Πλόκαμου της Αλταμίρας», που θα εντάξει στην «Ενδοχώρα» (1945) και που πολύ αργότερα, το 1971, στη διάλεξη που δίνει στους μαθητές του Κολλεγίου Αθηνών, θα το επαναλάβει ως απάντηση στην ερώτηση: Πού κατευθύνεται η μοντέρνα ποίηση;

Το 1940 παντρεύεται με την ποιήτρια Μάτση Χατζηλαζάρου και το 1947 με τη Βιβίκα Ζήση, στην οποία έχει αφιερώσει τη νουβέλα «Αργώ ή πλους αεροστάτου» (θα κυκλοφορήσει αλογόκριτη μόνο μετά τον θάνατό του). Στο μεταξύ βιώνει μια τραυματική εμπειρία όταν, στο τέλος του Δεκεμβρίου 1944, συλλαμβάνεται ως γόνος μεγαλοαστικής εφοπλιστικής οικογένειας από την πολιτοφυλακή του ΕΛΑΣ (ΟΠΛΑ), περνά από Λαϊκό Δικαστήριο στο Περιστέρι ως «εχθρός του λαού», οδηγείται με άλλους ομήρους στα Κρώρα, απειλείται με εκτέλεση, κατορθώνει να δραπετεύσει είκοσι μέρες αργότερα και επιστρέφει ξυπόλητος και με κρυοπαγήματα στην Αθήνα. Από τότε, γυρίζει οριστικά την πλάτη του στους ορθόδοξους κομμουνιστές, συνεχίζοντας ωστόσο να πιστεύει στην Επανάσταση.

Μια επανάσταση, όμως, με την έννοια της «απολύτου ελευθερίας της σκέψεως και της ζωής», με την έννοια της «απελευθέρωσης του έρωτα» που θα καταργήσει την εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Μια επανάσταση με την έννοια της ουτοπίας που εκφράζει το ποίημά του «Όχι Μπραζίλια μα Οκτάνα» ­ γραμμένο το 1965 ­ ή το ερωτογράφημά του «Μέγας Ανατολικός», το εκτενέστερο και τολμηρότερο ελληνικό μυθιστόρημα, που το συντάσσει από το 1946 ώς το 1951 και ολοκληρώνει την επεξεργασία του το 1970, αποτυπώνοντας εκεί και την δική του ψυχαναλυτική αντίληψη του ασυνειδήτου.

Η διονυσιακή «θρησκεία» του Εμπειρίκου και η ηδονιστική αποχαλίνωση που εκφράζουν τα γραπτά του (από τα μέσα ιδιαίτερα της δεκαετίας του '40) είναι ο δικός του τρόπος να ξορκίσει τα φαντάσματα του Εμφυλίου. Και ο «Μέγας Ανατολικός», ως μοντέλο απελευθερωμένου κόσμου, όπως και οι τελευταίες ποιητικές συλλογές του «Οκτάνα» και «Η Σήμερον ως Αύριον και ως Χθες» είναι η απάντησή του στην πόλωση του Ψυχρού Πολέμου που σκιάζει με ιδιαίτερα ασφυκτικό τρόπο την ελληνική πραγματικότητα. Ωστόσο, τα έργα του αυτά δεν τα εκδίδει όσο ζει (με την εξαίρεση κάποιων προδημοσιεύσεων), διότι ­ καθώς λέει στην τελευταία του συνέντευξη, το 1967, στην ψυχαναλύτρια σήμερα Μάχη Σκαρπαλέζου ­ γνωρίζει ότι «η ελευθεροστομία τους θα ενοχλήσει τα καλώς κείμενα ώτα».

Ο Εμπειρίκος απευθύνεται στον μη σεμνότυφο και μη προκατειλημμένο αναγνώστη και γράφει ή λέει τα περί έρωτος με το όνομά τους («γαμώ, αιδοίον - μουνί, πέος - ψωλή, μαστός - βυζί, αυνανισμός - μαλακία, με την ίδια ελευθερία που λέμε «αγαπώ την Ελένη»). Τα λέει περιπαθώς, χωρίς ενοχές, χωρίς καμία προσβλητική ή βλάσφημη έννοια, όχι σαν βωμολόχος ή νταής, σαν να ήταν ο έρωτας κάτι άσεμνο, αλλά σαν να είναι κάτι φυσικό και λυτρωτικά ηδονικό, μια υπέρτατη πράξη ελευθερίας. (Αυτόν τον διαχωρισμό τον κάνει ο ίδιος σε ένα αυτοαναλυτικό κείμενό του που πρωτοδημοσιεύτηκε πρόσφατα στον «Πολίτη», όπου αντιδιαστέλλει τους εκφραστικούς τρόπους του Χένρυ Μίλλερ και του Ουώλτ Ουίτμαν).

Μετά τον θάνατό του, όμως, η γυναίκα του και ο γιος του ενεργοποίησαν τη ρητή άδεια που τους είχε δώσει και άρχισαν την έκδοση των έργων που κρατούσε στο συρτάρι του, πιστεύοντας πως οι καιροί ωρίμασαν.

Παρ' όλα αυτά, όταν το 1990 άρχισε να εκδίδεται ο οκτάτομος «Μέγας Ανατολικός», πολλοί τον είδαν ως πορνογράφημα και αρκετοί έχουν ακόμα την ίδια γνώμη. Κι ας λέει ο Ελύτης ότι το πεζογράφημα αυτό «ναυπηγήθηκε με τα υλικά του ψυχαναλυτή στις δεξαμενές ενός οραματιστή και προφήτη».

Ο Εμπειρίκος περιγράφει εκεί ένα ταξίδι ακραία ερωτικό και συνάμα αθώο, που κάνει ένα (υπαρκτό) γιγαντιαίο υπερωκεάνειο από το Λίβερπουλ στη Νέα Υόρκη, από τον Παλαιό δηλαδή, προς τον Νέο Κόσμο, κατά το τελευταίο δεκαήμερο του 1867. «Το ταξίδι αυτό», γράφει χαρακτηριστικά ο Ελύτης, «γίνεται για τον Εμπειρίκο η αφορμή να συσσωρεύσει όλες τις παραλλαγές και τις εκφάνσεις της σαρκικής ομιλίας, από την ονείρωξη και τον αυνανισμό αρχινώντας ώς την επιδειξιομανία, τον ηδονοβλεπτισμό, τον λεσβιασμό, την παιδεραστία, την αιμομιξία, τον φετιχισμό, τον σαδισμό, τον μαζοχισμό, την κοπροφαγία και οτιδήποτε άλλο μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου αποβλέποντας στην ικανοποίηση του ερωτικού ενστίκτου». Αυτό το σεξουαλικό ξεφάντωμα, όπου συμμετέχουν όλες οι φυλές και όλες οι τάξεις, ο Εμπειρίκος το βλέπει σαν καθαρτική δοκιμασία που την συνδυάζει με ένα ποιητικο-πολιτικό όραμα μιας νέας Εδέμ. Παρεμβάλλει, άλλωστε, ανάμεσα στις λαγνουργίες διάφορες φιλοσοφικές συζητήσεις, αποσπάσματα από ιστορικές μελέτες, εκτενείς αναφορές στο έργο των κλασικών διανοητών κ.ο.κ.

Εμφανίζεται μάλιστα και ο ίδιος πίσω από διάφορες περσόνες, όπως του ποιητή Ανδρέα Σπερχή, ο οποίος θα κατακτήσει τελικά και θα κατακτηθεί από την 14χρονη Ειρήνη, αλλά και χωρίς προσωπείο: Σε ένα στιγμιότυπο του 7ου τόμου ο συγγραφέας διακόπτει μάλιστα την αφήγηση, για να καταθέσει το «πιστεύω» του: ότι οφείλουμε να κατακτήσουμε το άπειρο βάθος, προκειμένου να συλλάβουμε την έννοια του απείρου ύψους.

ΤΑ ΝΕΑ , 27-05-2000  , Σελ.: R08 
Κωδικός άρθρου: A16751R081 

Ποιος είναι ο Παναγιώτης Βήχος;


Υπογράψτε ή δείτε το βιβλίο

 επισκεπτών μου


Contact Us
Επικοινωνία


Πρότεινε αυτήν την σελίδα 

σ' έναν φίλο


Γραφτείτε στην Mailing List 

για να ενημερώνεστε σε κάθε νέα ανανέωση


Στείλε άρθρο



 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Bravenet.com

 

  

Δωρεάν ανταποδοτική διαφήμιση (επικοινωνήστε με τον webmaster)

 

 

Γράψε μια λέξη