"Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ"

Θρησκεία και Εκκλησίες στον σύγχρονο κόσμο

Αρχείο

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Νίκος Παύλου   

  (Μια μικρή απάντηση στους Ακαδημαϊκούς φίλους)

Ένα ζήτημα, όπως αυτό των σχέσεων της θρησκείας (στην προκειμένη περίπτωση του χριστιανισμού) με την επιστήμη, φαίνεται να παρουσιάζει πάντα ενδιαφέρον. Ειδικά σήμερα, που φαίνεται να αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον για τη θρησκεία. Όπως σημειώνει ο γάλλος ισλαμολόγος Ζιλ Κεπέλ στο βιβλίο του «Τζιχάντ, ο ιερός πόλεμος», «ενώ η υποχώρηση της θρησκείας προς τη σφαίρα της ιδιώτευσης έμοιαζε οριστικό κεκτημένο του σύγχρονου κόσμου …………..(τα τελευταία γεγονότα) έθεσαν υπό αμφισβήτηση αρκετές βεβαιότητες».

Αφετηρία της προβληματικής για τη σχέση της θρησκείας με την επιστήμη, στο χριστιανικό κόσμο, φαίνεται να είναι ο 16ος αι., όταν η ρωμαιοκαθολική εκκλησία καταδίκασε τον Γαλιλαίο Γαλιλέι, γιατί πίστευε ότι οι αντιλήψεις του για την περιστροφή της γης γύρω από τον ήλιο, ερχόταν σε αντίθεση με τις θέσεις της για το σύμπαν. Αργότερα, στις αρχές του 20ου αιώνα, η επιστήμη νόμισε ότι πήρε τη «ρεβάνς» με τις ραγδαίες ανακαλύψεις της, που θεωρήθηκαν ότι έλυναν όλα τα προβλήματα του ανθρώπου και τοποθετούσαν τη θρησκεία στο περιθώριο των εξελίξεων. Φυσικά η διάψευση των ελπίδων αυτών, που πίστευαν ότι η επιστήμη είναι πανάκεια, ήταν οικτρή, ιδίως μετά τους δύο παγκοσμίους πολέμους, όταν διαπιστώθηκε ότι όχι μόνο δεν σταμάτησαν τα ανθρώπινα δεινά, αλλά αντιθέτως επισωρεύτηκαν πολύ περισσότερα, όταν ανακαλύψεις επιστημόνων χρησιμοποιήθηκαν για να χαθούν χιλιάδες ανθρώπινες ζωές.

Το ερώτημα που εξάγεται από τα παραπάνω δύο παραδείγματα είναι αν η θρησκεία και η επιστήμη τελικά βρίσκονται σε μία κατάσταση αντιπαλότητας ή αν δεν υφίσταται κάτι τέτοιο . Στη συνέχεια θα γίνει προσπάθεια να αποδειχτεί το δεύτερο που είναι, κατά τη γνώμη μας, και το σωστό.

Απαραίτητες προϋποθέσεις για μία ορθή τοποθέτηση των σχέσεων Θρησκείας- Επιστήμης είναι οι εξής:

Ο Χριστιανός μελετώντας τα κείμενα της εκκλησίας μας θα πρέπει να έχει υπόψη του ότι αυτά είναι μόνο θρησκευτικά έργα που αποβλέπουν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στη σωτηρία και ότι απαραίτητο στοιχείο για την κατανόηση των αληθειών τους είναι η γνώση ότι αυτές είναι το ουσιαστικό και όχι το κοσμοείδωλο( δηλ. η αντίληψη για τη δομή του σύμπαντος) και η κοσμοθεωρία (σκέψη, τρόπος ζωής, αξίες) που επικρατούσαν την εποχή που γράφτηκαν, αποτελώντας έτσι το πλαίσιο συγγραφής των ιερών κειμένων. Αν αυτά τα δύο δεν τηρηθούν ως αρχές, διαγράφεται ο κίνδυνος να θεωρηθούν αυτά ως στοιχείο σωτηρίας, και να παραβλεφτούν οι θρησκευτικές αλήθειες που είναι και το ουσιαστικό.

Πιο αναλυτικά οι θεολόγοι-συγγραφείς ενδιαφέρονταν να μεταδώσουν και να γνωρίσουν σε όλους την αγιοπνευματική εμπειρία που είχαν οι ίδιοι γευτεί. Αυτό όμως δεν το κάνουν, όπως θα φανεί στη συνέχεια, καταγράφοντας την μηχανικά αλλά συμμετέχουν και οι ίδιοι, με την έννοια ότι χρησιμοποιούν σαν μέσο καταγραφής–πράγμα απόλυτα φυσικό άλλωστε- τις αντιλήψεις του περιβάλλοντός τους,. Για παράδειγμα, στη διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης για τη δημιουργία του κόσμου, χρησιμοποιείται η αντίληψη που είχαν οι άνθρωποι της Μέσης Ανατολής για το σύμπαν. Ο σκοπός όμως της συγγραφής είναι άλλος: Η αποκάλυψη θεολογικών αληθειών, απαραίτητων για τη σωτηρία.

Σε αυτό το σημείο να τονιστεί ότι ένα αντικείμενο ( βιολογικό, ιστορικό, θρησκευτικό κλπ), το οποίο ενδιαφέρει τη σκέψη, μπορεί να εξετάζεται από διάφορα πεδία ανθρώπινης δραστηριότητας. Κάθε ένα από αυτά, όμως, πρέπει να έχει ως στόχο την απάντηση των ειδικών σκοπών που θέτει (ανάλογα με το αντικείμενο που έχει το συγκεκριμένο πεδίο). Για παράδειγμα στο ζήτημα της δημιουργίας του κόσμου, που πάντα προκαλεί ενδιαφέρον, η γεωλογική επιστήμη, θα απαντήσει στα ερωτήματα που θέτει το συγκεκριμένο επιστημονικό της πεδίο, η ιστορική στα δικά της κοκ. Επομένως, το να γίνεται προσπάθεια να αποδειχτούν ή όχι θεολογικές έννοιες με βάση τα πορίσματα φυσικών ή άλλων επιστημών, έχει σχέση με επιδιώξεις αλλότριες με το επιστημονικό έργο, και πρέπει να ονομάζεται ιδεολογία που βέβαια δεν έχει καμία σχέση με τη γνήσια επιστημονική έρευνα. Έτσι λοιπόν, κάθε επιστήμη θέτει τα δικά της ερωτήματα, τους δικούς της στόχους και με απροκατάληπτη έρευνα εξάγει τα πορίσματά της.

Με τον ίδιο τρόπο σε ένα θρησκευτικό- θεολογικό κείμενο, που σκοπό έχει τη μετάδοση των αληθειών της πίστης, δεν πρέπει να αναζητούνται γεωλογικές, βιολογικές ακόμη και ιστορικές πληροφορίες. (Είναι το ίδιο σαν να ψάχνουμε τη λύση ενός μαθηματικού προβλήματος σ’ ένα βιβλίο που περιέχει τραγωδίες του Σοφοκλή). Δεν είναι αυτός ο σκοπός των ιερών συγγραφέων. Τα πάντα γι’ αυτούς εξετάζονται κάτω από ένα θρησκευτικό πρίσμα, που αποσκοπεί μόνο στη μετάδοση των θεόπνευστων αληθειών. Για παράδειγμα, στην Παλαιά Διαθήκη, και πάλι, μπορεί να αγνοείται ή να υποβαθμίζεται ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός που θα ενδιέφερε σφόδρα έναν ειδικό που θα ήθελε να ερμηνεύσει το ιστορικό γίγνεσθαι,(π.χ. η κατάκτηση της Παλαιστίνης από τους Αιγυπτίους), και να αναφέρεται κάτι που φαίνεται χωρίς ιστορική αξία (π. χ. η μετακίνηση ενός νομάδα βοσκού, του Αβραάμ. Για τη θεολογία όμως αυτό έχει τεράστια σημασία, γιατί αρχίζει να μπαίνει σε εφαρμογή το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου) .

Τα παραπάνω βέβαια σε καμία περίπτωση δεν αποκλείουν την επιστημονική έρευνα του πλαισίου στο οποίο καταγράφηκαν οι θεόπνευστες αλήθειες. Ίσα-ίσα αυτό είναι κάτι που επιβάλλεται . Η προσπάθεια αυτή, που πρέπει να στηρίζεται στα μέσα της φιλολογικών- ερμηνευτικών, ιστορικών κ. α. επιστημών, και να ασχολείται φυσικά απροκατάληπτα με το συγκεκριμένο αντικείμενο, θα δώσει τα πορίσματα που θα φωτίσουν τις συνθήκες της γέννησης και πορείας του χριστιανισμού, στην προκειμένη περίπτωση, πράγμα που είναι απαραίτητο για την κατανόηση των δογμάτων της πίστης.

Παράλληλα, κάτι που πρέπει να γίνει κατανοητό από όλα τα πιστά τέκνα της εκκλησίας, είναι ότι κανένας απολύτως φόβος δεν δικαιολογείται από την έρευνα των επιστημών. Ενώ λάθος είναι και η απολογητική προσπάθεια κάποιων, που θεωρούν ότι προσφέρουν υπηρεσία στην εκκλησία , όταν χρησιμοποιούν θέσεις επιστημονικές ή επιστημονικοφανείς, δάνεια από θέσεις – αντιλήψεις επιστημόνων για να δώσουν απάντηση σε θεολογικά θέματα Γίνεται το ίδιο λάθος που κάνουν και εκείνοι που νομίζουν ότι μπορούν να αμφισβητήσουν τα δόγματα της εκκλησίας με θέσεις ή και ανακαλύψεις των επιστημών. ( Εδώ να τονιστεί ότι για μία επιστημονική θέση που δείχνει να υποστηρίζει αλήθειες της εκκλησίας μπορεί να βρεθούν άλλες, πιθανόν πολύ περισσότερες, που να υιοθετούν τα αντίθετα. Και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαίωση της εκκλησίας ότι υπάρχουν επιστήμονες- πιστοί χριστιανοί. Αυτό έχει να κάνει με τις ιδέες του κάθε ανθρώπου και όχι με την επιστημονική του ιδιότητα, ενώ εύκολο είναι να γίνει κατανοητό ότι μπορούν να βρεθούν πολλοί άλλοι επιστήμονες – αξιόλογοι άνθρωποι, που να έχουν διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις).

Ολοκληρώνοντας, ασφαλής πυξίδα του χριστιανού και στο ζήτημα των σχέσεων θρησκείας- επιστήμης είναι η πατερική σκέψη, η οποία και συνδιαλέγονταν με τις αντιλήψεις, τις τάσεις και τα ρεύματα της εποχής της , τα οποία πολλές φορές αφομοιώνονταν και χρησιμοποιούνταν, όταν κρίνονταν ωφέλιμα για τον άνθρωπο. Βεβαίως και στη διερεύνηση του θέματος των σχέσεων θρησκείας – επιστήμης, θα πρέπει να μην εισχωρήσει η παραδοσιαρχία, που μπορεί να εμποδίσει ακόμη και το διάλογο, θεωρώντας την επιστήμη a priori εχθρική ή ακόμη και άχρηστη, καταστάσεις επικίνδυνες και ξένες με το γνήσιο πνεύμα του χριστιανισμού.

Τελευταία ενημέρωση

13 Ιουλίου, 2002


Ποιος είναι ο Παναγιώτης Βήχος;


Υπογράψτε ή δείτε το βιβλίο

 επισκεπτών μου


Contact Us
Επικοινωνία


Πρότεινε αυτήν την σελίδα 

σ' έναν φίλο


Γραφτείτε στην Mailing List 

για να ενημερώνεστε σε κάθε νέα ανανέωση


Στείλε άρθρο


FORUM

Ελάτε να τα πούμε


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δωρεάν ανταποδοτική διαφήμιση (επικοινωνήστε με τον webmaster)