"Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ"

Πολιτικά Θέματα

Αρχείο

 

 

 

Τελευταία ενημέρωση

02 Ιουλίου, 2002


Ποιος είναι ο Παναγιώτης Βήχος;


Υπογράψτε ή δείτε το βιβλίο

 επισκεπτών μου


Contact Us
Επικοινωνία

 


Πρότεινε αυτήν την σελίδα 

σ' έναν φίλο


Γραφτείτε στην Mailing List 

για να ενημερώνεστε σε κάθε νέα ανανέωση 


Στείλε άρθρο


FORUM

Ελάτε να τα πούμε


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Eκλογές στη Γαλλία

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Του Σάββα Μιχαήλ  

 ΝΕΑ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ 22 ΙΟΥΝΙΟΥ 2002

  Plus ça change plus ça reste la même chose-. Ο σεισμός της 21ης Απριλίου, του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών, που έδειξε έντονη πολιτική -κοινωνική πόλωση και άνοδο των άκρων αριστερά και δεξιά, φαίνεται να έχει παρέλθει αφήνοντας στη θέση του το ίδιο αστικό πολιτικό σύστημα, που ξαναβρίσκει μια νέα ισορροπία μετατοπιζόμενο στη Δεξιά και περιθωριοποιώντας πάλι τα άκρα... Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Les apparences trompent - τα φαινόμενα απατούν, λέει μια άλλη γνωστή παροιμία. Η διάκριση του φαινόμενου από την ουσία του είναι η απαρχή της επιστήμης, για να θυμηθούμε και τον Μαρξ.

  Πώς συμβιβάζεται η πρωτοφανής αποχή να φτάνει το 37% και να πλησιάζει το 40% στις βουλευτικές εκλογές, να εκδηλώνεται, όπως λέχθηκε αβασάνιστα «η αποστροφή των μαζών από την πολιτική», η «αποπολιτικοποίησή» τους κι από την άλλη εκατομμύρια, ιδιαίτερα νέοι και νέες, να κατεβαίνουν στους δρόμους πριν λίγες εβδομάδες και την Πρωτομαγιά του 2002, στα συγκλονιστικά εκείνα αντιφασιστικά συλλαλητήρια;

  Πώς λίγο πριν μας παρουσιάζανε τον φασισμό προ των πυλών της εξουσίας και τώρα το ακροδεξιό κόμμα του Λεπέν δεν έχει ούτε έναν βουλευτή κι ο φασισμός ξαναμπαίνει στη ντουλάπα, όπως ο σκελετός στο Σπίτι του Τρόμου στο τσίρκο;

  Κι ακόμα, το κυριότερο για μας : πού πήγανε τα τρία εκατομμύρια που είχαν ψηφίσει τις οργανώσεις τροτσκιστικής αναφοράς και γιατί αυτές οι δυνάμεις συρρικνώθηκαν σε τόσο ελάχιστο χρονικό διάστημα στο συνηθισμένο για την Γαλλία ποσοστό του 3% περίπου για το σύνολο της άκρας Αριστεράς;

  Η πολιτική έκρηξη της 21ης Απριλίου δεν ήταν μια παράλογη ανωμαλία, πολύ λιγότερο συγκυριακή και φευγαλέα. Έφερε απότομα στην επιφάνεια τη ρήξη του ίδιου του κοινωνικού ιστού, μέσα στην παρατεταμένη καπιταλιστική κρίση και την επιδείνωσή της από τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, την απόγνωση των απόκληρων, μια κοινωνική πόλωση που αναζητάει έκφραση στα άκρα, ψάχνοντας για ριζικές λύσεις. Αυτό βρίσκεται πίσω από την πρωτοφανή κρίση αξιοπιστίας του όλου αστικού πολιτικού συστήματος, και των δύο βασικών του πόλων της Κεντροδεξιάς και της «πληθυντικής» Κεντροαριστεράς, που εκφράστηκε με τον καταποντισμό και των δύο όπως και με την μαζική αποχή, τα λευκά και τα άκυρα. Σημάδι αδιάψευστο της κρίσης που παραμένει είναι και τώρα η μεγαλύτερη αποχή από τα τέλη του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Μια αποχή που κατά γενική ομολογία αφορά στην πλειοψηφία τους αριστερούς και ακροαριστερούς, τις μάζες που κινητοποιήθηκαν ενάντια στον Λεπέν μετά τον πρώτο γύρο των Προεδρικών Εκλογών και που έχουν πάψει προ πολλού να θεωρούν εναλλακτική λύση μια «πληθυντική» (Κεντρο)αριστερά που τους χόρτασε με διαψεύσεις και αντιλαϊκά μέτρα προς όφελος του κεφαλαίου μετά το 1997.

  Το δρόμο της Δεξιάς προς την εξουσία τον άνοιξε η Αριστερά, με τις παλιότερες και τις νεότερες αμαρτίες της. Αφού επιτέθηκε σε όλα τα λαϊκά της ερείσματα με την πολιτική της όσο ήταν στην κυβέρνηση, η «πληθυντική Αριστερά» με τα «ακροαριστερά» δεκανίκια της φρόντισε ανάμεσα στους δύο γύρους των προεδρικών Εκλογών να αναδείξει έναν κακόφημο από τα σκάνδαλα και μισητό από την αντιλαϊκή του πολιτική ηγέτη της Δεξιάς σαν τον Σιράκ, που μόλις είχε επιπλεύσει με ένα αξιοθρήνητο 19%, σε πόλο και σημαιοφόρο της Δημοκρατίας κατά του Φασισμού! Χαρίζοντάς του τον εύκολο θρίαμβο στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, του δώρισε και τη νίκη της δεξιάς Ένωσης της Προεδρικής Πλειοψηφίας στις βουλευτικές εκλογές.

  Η Κεντροδεξιά νίκησε ελλείψει αντιπάλου, με μια ανύπαρκτη, δυσφημισμένη από τα ίδια της τα έργα, ακέφαλη, ταπεινωτικά ηττημένη στις Προεδρικές Εκλογές, κυβερνητική ρεφορμιστική Αριστερά. Η διατήρηση της όποιας δύναμης από το Σοσιαλιστικό Κόμμα οφείλεται στην αστική λογική της «χαμένης ψήφου» και στην απουσία μιας άλλης πειστικής εναλλακτικής λύσης στα αριστερά του.

  Το ΚΚ Γαλλίας είδε να χάνει το μισό της εκλογικής δύναμης που είχε πριν πέντε χρόνια και έφτυσε αίμα κυριολεκτικά για να μπορέσει να έχει το δικαίωμα να συγκροτήσει κοινοβουλευτική ομάδα. Η πτώση του παγιώνεται, δείχνοντας ξανά ότι η χρεοκοπία του σταλινισμού διεθνώς είναι μη αναστρέψιμη.

  Η λεγόμενη Άκρα Αριστερά επέδειξε την απίθανη ικανότητα να μετατρέπει μια μεγάλη πολιτική επιτυχία και επαναστατική ευκαιρία σε πρώτου μεγέθους αποτυχία, εξανεμίζοντας σε ελάχιστο χρόνο το πολιτικό κεφάλαιο που επένδυσε σ’ αυτήν μια εργατική και λαϊκή πρωτοπορία. Οι όποιες ψευτοπαρηγόριες επιδεινώνουν το πρόβλημα. Οι λεονταρισμοί της Lutte Ouvri è re ( LO ) για την δευτερεύουσα σημασία των κοινοβουλευτικών μαχών ή τα χαζοχαρούμενα που λέει στη συνέντευξή του στην «Αυγή» ο πρώην προεδρικός υποψήφιος της Ligue Communiste R é volutionnaire ( LCR ) Μπεζανσενό ότι η δικιά του οργάνωση, τέλος πάντων, «πέτυχε τα καλλίτερα εκλογικά αποτελέσματα της ιστορίας της» είναι λυπηρά σημάδια είτε έλειψης κατανόησης είτε φτηνής απολογητικής που μόνο κακά προμηνύει.

  Σίγουρα άλλο είναι οι Προεδρικές και άλλο οι Βουλευτικές Εκλογές κι οπωσδήποτε η Άκρα Αριστερά πήγαινε πάντα καλλίτερα στις πρώτες. Σίγουρα, επίσης, η διαφορά με τα αποτελέσματα των προηγούμενων βουλευτικών εκλογών δεν είναι και τόσο άσκημη: το 1997 συνολικά η Άκρα Αριστερά είχε πάρει 638.576 ψήφους ή το 2,56% ενώ το 2002 πήρε 737.931 ψήφους ή το 2,86 %. Ας μην πολυχαίρεται κανείς για την ελαφρά αύξηση. Το 1997 οι υποψήφιοι όλης της Άκρας Αριστεράς ήταν 576 (οι 321 - οι περισσότεροι- ήταν της οργάνωσης της Αρλέτ Λαγκιγιέ) ενώ το 2002 ήταν 1280. Τελικά πάνω κάτω το ίδιο ποσοστό της κοινωνίας ψήφισε τροτσκιστές υποψήφιους. Η μόνη διαφορά τώρα είναι μια ανακατανομή στο εσωτερικό της Άκρας Αριστεράς με την LCR να κερδίζει για πρώτη φορά το προβάδισμα με 328.620 ψήφους (440 υποψήφιοι) έναντι της Lutte Ouvri è re (561 υποψήφιοι) που υποχώρησε στους 303.288. Αξίζει να σημειωθεί, γιατί το θάβουν όλες οι εφημερίδες στη Γαλλία και διεθνώς, το λαμπερτικό ΡΤ από 51.696 ψήφους το 1997 (121 υποψήφιοι ) πήρε το 2002 (193 υποψήφιοι) 82.218, παρουσιάζοντας, σε χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με τους άλλους σχηματισμούς, μια σχετική σταθερότητα, με ανοδική τάση διαχρονικά.

  Η ανακατανομή στο εσωτερικό του εκλογικού σώματος της Άκρας Αριστεράς έχει να κάνει περισσότερο με τα διαφορετικά ακροατήρια στα οποία απευθύνονται και δεν δικαιολογούν τις θριαμβολογίες του Μπεζανσενό- που στο κάτω-κάτω καθόλου δεν απαντούν στο που πήγαν οι ψήφοι της LCR που χάθηκαν μέσα σε ένα μήνα... H LO απευθύνεται κυρίως στη προλεταριακή βάση του ΚΚΓ αλλά εν μέρει και των Σοσιαλιστών ενώ η LCR στο ευρύτερο και ετερογενή ταξικά χώρο των κοινωνικών κινημάτων και του κινήματος κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης (που στην Γαλλία ηγεμονεύεται από την δεξιόστροφη ρεφορμιστική ATTAC ). Η LO στο όνομα μιας κακώς εννοουμένης «ταξικής καθαρότητας»- στη πραγματικότητα ενός τυπικού εργατισμού- σνομπάρει αυτά τα κινήματα και απέχει απ’ αυτά, εγκαταλείποντάς τα στην ηγεμονική επιρροή και τον έλεγχο της ATTAC . Το γεγονός αυτό μπορεί εν μέρει να εξηγεί το καλό αποτέλεσμα της LCR στις Προεδρικές Εκλογές του 2002 και το μικρό προβάδισμά της στις Βουλευτικές αλλά δεν εξαντλεί το σοβαρό ζήτημα της σημαντικής μείωσης της εκλογικής βάσης και των δύο οργανώσεων.

  Φυσικά η οπισθοχώρηση δεν ερμηνεύεται με την άρνηση της LO να κατέβει σε κοινά ψηφοδέλτια με την LCR . Και στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις κατέβηκαν χωριστά με καλά αποτελέσματα και οι δύο. Εξ άλλου ο πολιτικός λόγος της άρνησης που πρόβαλε τώρα η LO είναι εξαιρετικά βάσιμος: πώς μπορούσε να κατέβει μαζί με εκείνους που διάβηκαν την διαχωριστική ταξική γραμμή και συστρατεύτηκαν στο δεύτερο γύρο με το μέτωπο υπερψήφισης του Σιράκ;

  Η εξήγηση της πολιτικής αποτυχίας- για να μη μασάμε τις λέξεις- των δύο οργανώσεων τροτσκιστικής αναφοράς στις βουλευτικές εκλογές του 2002 έχει να κάνει με τις σοβαρές πολιτικές αδυναμίες τους που ήρθαν δραματικά στο φως με το ξέσπασμα της πολιτικής κρίσης το βράδυ της 21ης Απριλίου.

  Η LCR προσαρμόστηκε ως συνήθως στις εντυπώσεις και υποτάχθηκε στις πιέσεις του χρεοκοπημένου στρατόπεδου της αστικής δημοκρατίας, έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων της τα μαθήματα από την Ιστορία και μάλιστα απο την ιστορία του «Λαϊκού Μετώπου» στη Γαλλία και εγκατέλειψε κάθε πολιτική αρχών στο όνομα του «κινηματισμού». Όπως είπε και ο ιστορικός ηγέτης της Αλαίν Κριβίν σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πρίν», ο «οππορτουνισμός επιτρέπεται όταν γίνεται με όρους κινήματος»...

  Η άνοδος του Λεπέν αντιμετωπίστηκε σαν αναβίωση του φασισμού της δεκαετίας του ’30 και σαν γραμμή αντιπαράθεσης διαλέχτηκε πάλι από το οπλοστάσιο της δεκαετίας του ’30 η «λαϊκομετωπική» ταξική συνεργασία με τον αστό εκπρόσωπο της Δεξιάς, πάντα στο όνομα της «δημοκρατίας». Αυτό επέτρεψε στην αστική τάξη να καναλιζάρει την ορμή του κινήματος κατά του Λεπέν σε υποστήριξη της όλης επιχείρησης σταθεροποίησης του κλυδωνιζόμενου πολιτικού συστήματος γύρω από τον πόλο της «δημοκρατικής» Δεξιάς - η οποία και ετοιμάζεται τώρα να εφαρμόσει όλο το λεπενικό οπλοστάσιο κατά των μεταναστών στο όνομα της «πάταξης των αιτιών του λεπενισμού».

  Όσο οι καθεστωτικές δυνάμεις υπερτόνιζαν προεκλογικά τον κίνδυνο του φασισμού, ταυτίζοντας τις ομοιότητες και κρύβοντας τις διαφορές ανάμεσα στην τωρινή φασιστικών αρχών λαϊκίστικη άκρα Δεξιά και το μαζικό αντεπαναστατικό φασιστικό κίνημα ενός Χίτλερ και ενός Μουσολίνι, τόσο τώρα, μετά τη νίκη του Σιράκ και της Δεξιάς του, θριαμβολογούν για την «περιθωριοποίηση των άκρων», επιχαίρουν που η βοναπαρτιστική Πέμπτη Δημοκρατία τους αποκλείει το ακροδεξιό 15% από το γαλλικό Κοινοβούλιο, υποβαθμίζουν εντελώς πια τον ορατό κίνδυνο της ανερχόμενης στην Ευρώπη άκρας Δεξιάς και εισάγουν το πρόγραμμά της.

  Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι μια οργάνωση, που όσο κι αν έχει βάλει νερό στον Τροτσκισμό της συνεχίζει να αναφέρεται (αραιά και πού) σ’αυτόν, αφέθηκε να παρασυρθεί σ’ αυτή τη λαϊκομετωπική χειραγώγηση στην οποία είναι μανούλα η γαλλική αστική τάξη κι ο ριζοσπαστικός δημοκρατισμός της. Το χειρότερο είναι ότι συνεχίζει να καμαρώνει για την στάση της και αρνείται να δει ότι η συνολική υποχώρηση της άκρας Αριστεράς ανάμεσα στις 21 Απριλίου και στις εκλογές του Ιουνίου έχει να κάνει ακριβώς με αυτήν την γιγάντια επιχείρηση αναστύλωσης του αστικού πολιτικού συστήματος στο όνομα της Δημοκρατίας, στην οποία η συνεισφορά της ήταν πολύτιμη, ένθερμη κι αναντικατάστατη.

  Τό κίνημα δεν είναι ταυτόσημο με τα ιδεολογήματα του «κινηματισμού». Ο τελευταίος στο όνομα του κινήματος και της «πολυχρωμίας» του, στο πνεύμα του Κοινωνικού Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε, επιβάλλει στο κίνημα την ταξική συνεργασία, τα αποδεκτά όρια του αστικού καθεστώτος, το προσαρμόζει στο σύστημα. Το κίνημα αντίθετα, ιδιαίτερα αυτό κατά της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης μαζί κι αυτό που ξέσπασε μετά τις 21 Απριλίου κατά του Λεπέν, τροφοδοτείται από τις αντιφάσεις του συστήματος, έχει χαρακτήρα εξέγερσης ενάντια στο καθεστώς, αντισυστημική λογική, επαναστατικές τάσεις και δυνατότητες που πνίγονται από τον «κινηματισμό» που πάντα δορυφοροποιείται γύρω από το ρεφορμισμό και τη λογική του «μικρότερου κακού». Μ’ αυτή τη λογική πώς να αντιπαλέψεις ακόμα και τη λογική της «χαμένης ψήφου»;

  Με την LO υπάρχει το ακριβώς αντίστροφο πρόβλημα: γυρνάει την πλάτη της στο κίνημα όταν ξεπερνάει τα έτοιμα σχήματά της περί «ταξικής καθαρότητας», τον πολιτικό-οργανωτικό συντηρητισμό της, τον εθνικό της ορίζοντα. Μπορεί να αντιστάθηκε στο ρεύμα υποστήριξης της δημοκρατικής Δεξιάς και να δέχτηκε τα πιο δηλητηριώδη βέλη για αυτό όχι τόσο από το έρμο το «κίνημα», όπως την κατηγορεί ο Κριβίν, όσο πρωταρχικά από την αστική τάξη (Η «έγκριτη» Μοντ είχε δημοσιεύσει, πριν τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, πρωτοσέλιδη γελοιογραφία του Πλαντύ με τους φασίστες να παρελαύνουν και στο πεζοδρόμιο να τους χαιρετούν φασιστικά, ντυμένοι με φασιστικές στολές, η Αρλέτ Λαγκιγιέ κι ο φιλολαμπερτικός συνδικαλιστής ηγέτης της FO Μπλοντέλ!). Η υπεράσπιση της ταξικής ανεξαρτησίας των εργατών από την LO ήταν ζωτικής σημασίας, αναγκαία αλλά όχι «ικανή συνθήκη». Η συνολική κρίση του αστικού πολιτικού καθεστώτος όπως αποκαλύπτονταν το βράδυ της 21ης Απριλίου, οι μαζικές κινητοποιήσεις που ξέσπασαν αμέσως και το δυναμικό τους, η ίδια η μαζική στροφή τριών εκατομμυρίων ψηφοφόρων σε υποψήφιους ταυτισμένους με το πιο επαναστατικό κι αδιάλλακτο ρεύμα, τον Τροτσκισμό, βάλανε την LO μπροστά σε ιστορικές ευθύνες. Απαιτούνταν ένα τολμηρό επιθετικό πρόγραμμα δράσης ενάντια στο φασισμό και ενάντια στο συνολικό κλυδωνιζόμενο πολιτικό σύστημα και η άμεση έναρξη των διαδικασιών για την συσπείρωση σε νέες βάσεις όλης της διάσπαρτης επαναστατικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης. Όχι απλώς σε ένα ακόμη εργατικό Κόμμα της Αριστεράς, σε ένα αριστερότερο υποκατάστατο του ερειπωμένου ΚΚΓ, έτοιμου για μανούβρες με την υπόλοιπη χρεοκοπημένοι Αριστερά, αλλά σε ένα επαναστατικό Κόμμα αληθινά «νέου τύπου», με ανοιχτούς και διεθνείς ορίζοντες, γειωμένου στα προλεταριακά κέντρα αλλά και με ζωντανή διαλεκτική σχέση με τα ποικίλα κοινωνικά κινήματα που γεννούν οι εκρηγνυόμενες αντιφάσεις της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.

  Το διεθνές κίνημα για την επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς, στο οποίο συμμετέχει και το ΕΕΚ, με αλληλογραφία και αρθρογραφία είχε προειδοποιήσει, από παλιά, τους συντρόφους της LO για τις συνέπειες της εθνικής περιχαράκωσής της, της υποτίμησης της αναπτυσσόμενης κρίσης στη Γαλλία και παγκόσμια, των κινδύνων μιας παλινδρόμησης στις θέσεις ενός αριστερού ρεφορμισμού.

  Μετά το 1995 και την τότε επιτυχία της Αρλέτ Λαγκιγιέ, το ζήτημα του Κόμματος είχε μπει για να αποσυρθεί αμέσως, προκαλώντας κρίση στις γραμμές της οργάνωσης. Τώρα, σε μια πολύ πιο προχωρημένη κατάσταση και με μεγαλύτερη ακτινοβολία της οργάνωσης, η συντηρητική αντίδραση απέναντι στις επείγουσες απαιτήσεις της παρούσας φάσης της ταξικής πάλης, η αναδίπλωση και περιχαράκωση, η επιμονή ότι «τίποτα δεν αλλάζει ουσιαστικά», η φετιχοποίηση ενός «συσχετισμού των δυνάμεων» που πάντα φαίνεται αρνητικός, με μια κουβέντα ο σεχταρισμός οδηγεί σε μια νέα τρισχειρότερη κρίση την LO , που τα κακά εκλογικά αποτελέσματα είναι μόνο μια έμμεση πρόγευση.

  Οι Γαλλικές Εκλογές βάζουν επιτακτικά τα μεγάλα ιστορικά ζητήματα μπροστά σε όλες τις δυνάμεις της επαναστατικής πρωτοπορίας που παραμένουν διάσπαρτες, μέσα στα ερείπια του ΚΚ, στις γαλλικές τροτσκιστικές οργανώσεις, στα μαζικά κινήματα των καταπιεσμένων. Αλλά τα βάζουν εξίσου επιτακτικά και στη πρωτοπορία εκτός Γαλλίας σε όλη την Ευρώπη και στο κόσμο.

  De te fabula narratur ! – για σένα μιλάει αυτή η ιστορία !

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δωρεάν ανταποδοτική διαφήμιση (επικοινωνήστε με τον webmaster)