Κώστας Βάρναλης (1884 -1974) 

 Ο κοινωνικός επαναστάτης

Λίγα λόγια για τη ζωή και το έργο του

 

   Γεννήθηκε στο Μπουργκάς της Βουλγαρίας και σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα. Εργάστηκε έπειτα ως καθηγητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Συνεργάστηκε με τους Γλέζο και Δελμούζο στον αγώνα για την καθιέρωση της δημοτικής. Ασπάζεται τη μαρξιστική ιδεολογία και απολύεται από την θέση που κατείχε. Τα έτη 1924 - 1928 ζει στο Παρίσι όπου γράφει την συλλογή "Σκλάβοι Πολιορκημένοι" . Η ποίησή του περνά δύο φάσεις οι οποίες ορίζονται από τα μεγάλα γεγονότα του 1914 - 1922 (α' Παγκόσμιος, Οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία, Μικρασιατική καταστροφή) Η Πρώτη περίοδος χαραχτηρίζεται από λυρισμό με ποιήματα κυρίως αρχαιολατρικά και φυσιολατρικά. Στη δεύτερη περίοδο ο ποιητικός του λόγος συστρατεύεται τον κομμουνισμό, αγωνίζεται για τα δίκαια της εργατικής προλεταριακής τάξης. Τα προπαγανδιστικά μηνύματα, η σάτιρα, ο σαρκασμός έκαναν ορισμένους κριτικούς να υποτιμήσουν την ποιητική του δημιουργία : "αγοραία, αστεία και άφθονη χυδαιολογία" (Γ. Θεοτοκάς), "ρητορικές εκτοξεύσεις συνθημάτων κομμουνιστικού συλλαλητηρίου" (Α Καραντώνης)

   Ο ίδιος ο Κώστας Βάρναλης γράφει για τον εαυτό του στα φιλολογικά του απομνημονεύματα: " ...ο κοινωνικός επαναστάτης που προσπάθησε με τη ζωή και το έργο του να ξεριζώσει τις σάπιες, νεκρές, άγονες και ψεύτικες αξίες (θρησκευτικές, κοινωνικές πολιτικές, οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές) που αποχαυνώνουν τις μάζες, εκμεταλλεύονται το λαό και κατασκευάζουν πολέμους με σκοπό την αρπαγή, τη λεία και την υποδούλωση σε ξένους λαούς..."

   Μάλλον δε χρειάζονται περισσότερες συστάσεις για την ποίηση του Βάρναλη. Αυτό το δικτυακό άρθρο που γράφω εδώ δεν αποσκοπεί σε εμπεριστατωμένη μελέτη αλλά μάλλον σε απόπειρα διάδοσης του ποιητή και του λόγου του. Έγραψε ποίηση με κοινωνικό προσανατολισμό, κύρια χαραχτηριστικά της οποίας είναι η σατιρική διάθεση και ο σαρκασμός. επίκεντρο της ποίησής του είναι ο άνθρωπος και κυρίως ο άνθρωπος που πονάει, που είναι υποδουλωμένος, φυλακισμένος σε αντίξοες κοινωνικές συνθήκες. Χαραχτηριστική είναι η συλλογή του "Σκλάβοι Πολιορκημένοι" ο τίτλος της οποίας αναφέρεται στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα που ζουν σε κατάσταση μόνιμης αθλιότητας και σε συνθήκες ήττας. Ο τίτλος αυτός σίγουρα θυμίζει σε πολλούς το γνωστό ποίημα του Σολωμού : "Ελεύθεροι Πολιορκημένοι".

    Ο Βάρναλης εσκεμμένα έδωσε αυτόν τον τίτλο. Παίρνοντας έναν τίτλο ο οποίος είχε γίνει εδώ και πολλές δεκαετίες σύμβολο του Αγώνα για την ανεξαρτησία και αντικαθιστώντας την πρώτη λέξη (ελεύθεροι) με την ακριβώς αντίθετή της έννοια, δηλώνει την άμεση ρήξη και αντίθεσή του με τα ιδανικά και τις ιδέες που "κουβαλά" σαν αποσκευές αυτός ο τίτλος. Αντιτίθεται στον εθνικιστικό οίστρο που οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους στα πεδία των μαχών για να εξυπηρετήσουν συμφέροντα διαφορετικά από τα δικά τους. Περαιτέρω, η λέξη σκλάβοι περιγράφει ξεκάθαρα την εικόνα του Βάρναλη για τα κατώτερα στρώματα: φυλακισμένα στη φτώχεια τους, εξαρτημένα από τα ανώτερα στρώματα με δεσμούς οικονομικούς.

    Ο ίδιος γράφει για τη συλλογή "Σκλάβοι πολιορκημένοι" : "Οι Σκλάβοι Πολιορκημένοι όπως κι ο Σολωμός χωρίς μεταφυσική και το πρώτο σχεδίασμα της αληθινής απολογίας του Σωκράτη γραφτήκανε στη Γαλλία, ύστερ' απ' το πρώτο παγκόσμιο μακελειό. Ο θάνατος κι η καταστροφή είχαν ξυπνήσει τις συνειδήσεις των λαών και σκορπίσει στους τέσσερεις ανέμους τα ψεύτικα συνθήματα των ιμπεριαλιστών. Οι Σκλάβοι Πολιορκημένοι είναι στην ουσία τους έργο αντιπολεμικό και αντιιδεαλιστικό."

    Από αυτή τη συλλογή προέρχεται το ακόλουθο άτιτλο ποίημα. Σε αυτό παρατηρούμε το σαρκασμό και τη σατιρική διάθεση του Βάρναλη που χαραχτηρίζουν όλην την ποίησή του. Επικρατεί η εικόνα του περιθώριου ( αλκοολισμός, ανεργία, καταπάτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ) ενώ από την άποψη της τεχνικής το ποίημα ξεχωρίζει για την μετρική του τελειότητα.

Πάλι μεθυσμένος είσαι δυόμιση ώρα της νυχτός

κι αν τα γόνατά σου τρέμαν, εκρατιόσουνα στητός

μπρός στο κάθε τραπεζάκι - "Γεια σου Κωσταντή βαρβάτε"!

- Καλησπερούδια αφεντικά, πώς τα καλοπερνάτε;

 Ένας σου δινεν ποτήρι κι άλλος σου δινεν ελιά

έτσι πέρασες γραμμή της γειτονιάς τα καπελιά.

Κι αν σε πείραζε κανένας, - αχ, εκείνος ο Τριβέλας!

έκανες, πως δεν άκουγες και πάντα εγλυκογέλας.

Χτες και σήμερα ίδια κι όμοια, χρόνια μπρος, χρόνια μετά...

Η ύπαρξή σου σε σκοτάδια όλο πηχτότερα βουτά.

Τάχα η θέλησή σου λίγη, τάχα ο πόνος σου μεγάλος;

 Αχ, που 'σαι, νιότη, που' δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος!

   Σχετικά με το παραπάνω ποίημα ο κριτικός Α. Καραντώνης γράφει: "Το πορτραίτο του Κωσταντή του βαρβάτου είναι σα να βγαίνει και να ξεκόβει, ονομασμένος και συγκεκριμένος πια, ολόσωμος και ολόψυχος, μέσα από την ανώνυμη και σκοτεινή συντροφιά των Μοιραίων." (βλέπε το επόμενο ποίημα) Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνεται στο ποίημα "Οι μοιραίοι". Αν η Ιθάκη είναι το πιο φημισμένο ποίημα του Καβάφη, ανάλογη θέση έχει στην ποίηση του Βάρναλη το συγκεκριμένο ποίημα.

 ΟΙ ΜΟΙΡΑΙΟΙ

Μες στην υπόγεια την ταβέρνα,

μες σε καπνούς και σε βρισές

(απάνω στρίγκλιζε η λατέρνα)

ολ' η παρέα πίναμ' εψές·

εψές, σαν όλα τα βραδάκια,

να πάνε κάτου τα φαρμάκια.

Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλο

 και κάπου εφτυούσε καταγής.

 Ω! πόσο βάσανο μεγάλο

 το βάσανο είναι της ζωής!

 Όσο ο νους κι αν τυραννιέται,

 άσπρην ημέρα δε θυμιέται.

Ήλιε και θάλασσα γαλάζα

και βάθος τ' άσωτ' ουρανού!

 Ω! της αυγής κροκάτη γάζα,

γαρούφαλα του δειλινού,

λάμπετε, σβήνετε μακριά μας,

 χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας!

Του ενού ο πατέρας χρόνια δέκα

παράλυτος, ίδιο στοιχειό·

τ' άλλου κοντοήμερ' η γυναίκα

στο σπίτι λυώνει από χτικιό·

στο Παλαμήδι(1) ο γιός του Μάζη

κι κόρη του Γιαβή στο Γκάζι.(2)

-Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!

-Φταίει ο Θεός που μας μισεί!

-Φταίει το κεφάλι το κακό μας!

-Φταίει πρωτ' απ' όλα το κρασί!

 Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα

δεν το βρε και δεν το 'πε ακόμα.

 

Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα

 πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.

 Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα

 όπου μας έβρει μας πατεί.

 Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,

 προσμένουμε, ίσως κάποιο θάμα!

(1) Παλαμήδι : πρόκειται για τις φυλακές του Παλαμηδιού

(2) Το Γκάζι τότε ήταν κακόφημη περιοχή όπου έκαναν πιάτσα πόρνες. Με αυτό το στίχο ολοκληρώνεται η εικόνα της μιζέριας των κατώτερων στρωμάτων: εγκληματικότητα, πορνεία, κακές συνθήκες διαβίωσης, αρρώστιες και θνησιμότητα. Παρακάτω ο Βάρναλης επαναφέρει και το πρόβλημα του αλκοολισμού (φταίει πρωτ' απ' όλα το κρασί) που θίγει και στο προηγούμενο ποίημά του.


Πάνω 

Μερικά από τα ποιήματα του

 

homeemail

 

Copyright © 1997-2002 Dana Lea Moore, all rights reserved.

This website has been optimized for 800 x 600 monitor resolution and for 16 bit or better color.
Best viewed with Microsoft Internet Explorer 4.0 or higher or Netscape 4.0 or higher.